Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κοινωνισμός
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κοινωνισμός ο [kinonizmós] Ο17 : παλαιότερη απόδοση του όρου κομμουνισμός.

[λόγ. κοινων(ία) -ισμός μτφρδ. γαλλ. socialisme, communisme]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go