Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κλητικός
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Κριαρά]
κλητικός, επίθ.
  • Επικαλεστικός:
    • με πόθον κλητικόν ηθέλησε κι εστάθη ν’ αφουγκραστεί … τσ’ αγάπης του τα πάθη (Σουμμ., Παστ. φίδ. Α´ [391]).

[μτγν. επίθ. κλητικός. Η λ. και σήμ.]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κλητικός -ή -ό [klitikós] Ε1 : που είναι σχετικός με την κλήση: Kλητική προσφώνηση. || (ως ουσ.) η κλητική, η πτώση της προσφώνησης, η πτώση δηλαδή με την οποία ο ομιλητής καλεί κπ. ή απευθύνεται σε κπ.

[λόγ. < ελνστ. κλητικός, κλητική ἡ (ενν. πτῶσις)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go