Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κλεπτομανία η [kleptomanía] Ο25 : (ψυχιατρ.) παθολογική διαταραχή του ελέγχου των παρορμήσεων, που χαρακτηρίζεται από αδυναμία αντίστασης σε κλοπές αντικειμένων, ανεξάρτητα από τη χρηματική ή τη χρηστική τους αξία.
[λόγ. < γαλλ. cleptomanie < clepto- = κλεπτο- + -manie = -μανία]



