Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- καταλογάδην [kataloγáδin] επίρρ. : για κτ. που διαβάζεται ή που γράφεται όπως ο πεζός και όχι ο έμμετρος λόγος: Aντέγραψε τον Όμηρο ~. Διαβάστε μου πρώτα την Aινειάδα ~ και ύστερα με μέτρο.
[λόγ. < αρχ. καταλογάδην]



