Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: καρδιοπαθής -ής -ές
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καρδιοπαθής -ής -ές [karδiopaθís] Ε10 : που πάσχει από κάποια μορφή καρδιοπάθειας, συνήθ. ως ουσ. ο καρδιοπαθής, θηλ. καρδιοπαθής.

[λόγ. καρδιο(πάθεια) -παθής (αναδρ. σχημ.)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go