Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: καρβουναποθήκη
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καρβουναποθήκη η [karvunapoθíki] Ο30 : αποθήκη για κάρβουνα.

[λόγ. κάρβουν(ον) + αποθήκη]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go