Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κακοφανισμός
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κακοφανισμός ο [kakofanizmós] Ο17 : συνήθ. στη λόγια έκφραση (και) μη προς κακοφανισμό σου, ας μη σου κακοφανεί αυτό που λέω, παρενθετική συνήθ. παρατήρηση του ομιλητή, με σκοπό να προλάβει ενδεχόμενη, προς τις πράξεις του ή τα λόγια του, δυσαρέσκεια του συνομιλητή του.

[λόγ. κακοφανισ- (κακοφανίζομαι) -μός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go