Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κακοπέραση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κακοπέραση η [kakopérasi] Ο32α : κακές συνθήκες διαβίωσης. ANT καλοπέραση: Οι γέροι δεν αντέχουν στην ~.

[κακοπερα- (κακοπερνώ) -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go