Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: καθηκοντολογία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καθηκοντολογία η [kaθikondolojía] Ο25 : 1. κλάδος της ηθικής που πραγματεύεται τα καθήκοντα του ατόμου προς τον εαυτό του και προς τους άλλους. 2. (μειωτ.) η συνεχής και κατά συνέπεια κουραστική αναφορά στην υποχρέωση που έχει κάποιος να εκπληρώνει τα καθήκοντά του.

[λόγ. καθηκοντ- (καθήκον) -ο- + -λογία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go