Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ιχθυόσκαλα η [ixθióskala] Ο27 : λιμάνι ή τμήμα λιμανιού, όπου γίνεται η εκφόρτωση ψαριών από τα αλιευτικά πλοία.
[λόγ. ιχθυο- + σκάλα μτφρδ. του νεοελλ. ψαρόσκαλα]



