Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ισοφάριση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ισοφάριση η [isofárisi] Ο33 : το αποτέλεσμα του ισοφαρίζω: H εθνική μας ομάδα κατόρθωσε να πετύχει την ~ λίγα λεπτά πριν από τη λήξη του αγώνα.

[λόγ. ισοφαρι- (ισοφαρίζω) -σις > -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go