Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ισοπέδωση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ισοπέδωση η [isopéδosi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του ισοπεδώνω, συνήθ. μτφ.: Aπλουστευτική συλλογιστική που οδηγεί στην ~ όλων των επί μέρους διαφορών.

[λόγ. ισοπεδω- (δες ισοπεδώνω) -σις > -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go