Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ιεροφάντης ο [ierofándis] Ο10 θηλ. ιεροφάντιδα [ierofándiδa] Ο28 & ιεροφάντισσα [ierofándisa] Ο27 : α. ο ανώτατος ιερατικός άρχοντας μυστηριακής θρησκείας ή λατρείας, ο οποίος γνωρίζει και έχει το δικαίωμα να εξηγεί τα μυστήρια: Kατά την έναρξη των Ελευσίνιων Mυστηρίων, ο ~ αποκάλυπτε στους μύστες τα «ιερά απόρρητα». β. (μτφ.) αυτός που γνωρίζει και μπορεί να εξηγεί κτ. (που θεωρείται ως μυστήριο ή έχει μυστηριακό χαρακτήρα): Tου κόσμου εγώ φιλόσοφος, ποιητής, ~.
[λόγ. < αρχ. ἱεροφάντης· λόγ. ιεροφάντ(ης) -ις > -ιδα· λόγ. ιεροφάντ(ης) -ισσα]



