Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- θερμογραφία η [θermoγrafía] Ο25 : η μέτρηση του θερμικού πεδίου ενός αντικειμένου. || (ιατρ.) διαγνωστική μέθοδος που στηρίζεται στη διαφορά της θερμικής ακτινοβολίας που παρουσιάζουν τα διάφορα σημεία του σώματος.
[λόγ. < γαλλ. thermographie < thermo- = θερμο- + -graphie = -γραφία]



