Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ηλεκτροτεχνίτης ο [ilektrotexnítis] Ο10 : τεχνίτης απόφοιτος συνήθ. κατώτερης σχολής, ειδικευμένος σε ηλεκτρολογικές εργασίες ή στο χειρισμό ηλεκτρικών μηχανημάτων.
[λόγ. < διεθ. electro- = ηλεκτρο- + technicien = τεχνίτης]



