Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ηδονίζομαι
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ηδονίζομαι [iδonízome] Ρ2.1β : αισθάνομαι ηδονή. || Hδονίζεται να βασανίζει τους άλλους.

[λόγ. ηδον(ή) -ίζομαι]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go