Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εύηχος -η -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εύηχος -η -ο [évixos] Ε5 : (για λέξη) που ηχεί ωραία, της οποίας ο συνδυασμός των φθόγγων προκαλεί ευχάριστο ακουστικό αίσθημα. ANT κακόηχος. εύηχα ΕΠIΡΡ.

[λόγ. < ελνστ. εὔηχος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες