Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εφυάλωση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εφυάλωση η [efiálosi] Ο33 : (τεχν.) επικάλυψη με υαλώδες επίχρισμα: ~ κεραμεικών σκευών.

[λόγ. εφυαλω- (δες εφυαλώνω) -σις > -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go