Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εφαψίας
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εφαψίας ο [efapsías] Ο3 : (ψυχιατρ.) άτομο που διεγείρεται σεξουαλικά, όταν έρχεται σε επαφή (όχι σεξουαλική) με κπ., όπως π.χ. όταν βρίσκεται μέσα σε πλήθος ανθρώπων.

[λόγ. < αρχ. ἔφαψ(ις) `άγγιγμα΄ -ίας]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go