Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: επιχρωμίωση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
επιχρωμίωση η [epixromíosi] Ο33 : η κάλυψη της επιφάνειας ενός αντικειμένου με λεπτό στρώμα από χρώμιο.

[λόγ. επι- χρώμι(ον) -ωσις > -ωση κατά το επιχρύσωση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go