Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- επικήδειος -α -ο [epikíδios] Ε6 : που έχει σχέση με την κηδεία: Επικήδει ες τελετές. || (ως ουσ.) ο επικήδειος, λόγος που εκφωνείται κατά τη διάρκεια κηδείας με στόχο τον έπαινο του νεκρού και την παρηγοριά των συγγενών.
[λόγ. < ελνστ. ἐπικήδειοι λόγοι (αρχ. ἐπικήδειος ᾠδή `μοιρολόι΄)]



