Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- επανεκλογή η [epaneklojí] Ο29 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του επανεκλέγω· η εκ νέου εκλογή: Ο πρόεδρος δήλωσε ότι δε θα επιδιώξει την ~ του.
[λόγ. επαν(α)- εκλογή μτφρδ. γαλλ. réélection]



