Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: επάνωθεν
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
επάνωθεν, επίρρ.· απάνωθεν· απανωθέν· επάνωθε.
  • 1) Αποπάνω:
    • (Φλώρ. 1595).
  • 2) Επάνω:
    • (Αχιλλ. N 100).
  • 3) Πιο πάνω, (πιο) ψηλά:
    • επάνωθεν του αγκώνος (Διγ. Άνδρ. 38217).
  • 4) (Μεταφ.) επικεφαλής:
    • απάνωθεν όλων των μεγιστάνων (Απολλών. 206).

[αρχ. επάνωθε(ν)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go