Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εξομοιωτής ο [eksomiotís] Ο7 : συσκευή με την οποία μπορούμε να αναπαραστήσουμε μια πραγματική λειτουργία: Ο ~ της πτήσης ενός αεροπλάνου / της πορείας μιας μοτοσικλέτας.
[λόγ. εξομοιω- (δες εξομοιώνω) -τής μτφρδ. αγγλ. simulator (πρβ. ελνστ. ἐξομοιωτικός `που προκαλεί εξομοίωση΄)]



