Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εξηνταριά
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εξηνταριά η [eksindarjá] Ο24 : (οικ.) καμιά ~, περίπου εξήντα: Kαμιά ~ άτομα.

[εξήντ(α) -αριά]

[Λεξικό Κριαρά]
εξηνταριά η· εξηνταρία.
  • Έκφρ. καμία εξηνταρία = περίπου εξήντα:
    • (Σουμμ., Ρεμπελ. 177).

[<αριθμητ. εξήντα + κατάλ. αριά. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες