Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εξαλλοσύνη η [eksalosíni] Ο30 : η ιδιότητα του έξαλλου: H ~ του όχλου. || (συνήθ. πληθ.) οι έξαλλες ενέργειες: Δημαγωγικές εξαλλοσύνες. Aποφεύγει τις εξαλλοσύνες.
[λόγ. έξαλλ(ος) -οσύνη]



