Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εξαλλαγή
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εξαλλαγή η [eksalají] Ο29 : (ιατρ.) μετατροπή ενός υγιούς ιστού ή ενός καλοήθους όγκου σε κακοήθη όγκο.

[λόγ. < ελνστ. ἐξαλλαγή `εκφυλισμός φυτού΄, αρχ. σημ.: `πλήρης αλλαγή΄ σημδ. γαλλ. dégénération]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go