Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εντομολόγος
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εντομολόγος ο [endomolóγos] Ο18 θηλ. εντομολόγος [endomolóγos] Ο35 : επιστήμονας ειδικός στην εντομολογία.

[λόγ. < γαλλ. entomologue < ento mo(logie) = εντομο(λογία) -logue = -λόγος· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go