Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- ενέργημα το· ’νέργημα.
-
- α) Αποτέλεσμα ενέργειας:
- αποτελεί η σήψις τα ενεργήματα αυτής, ήγουν αμανίτας (Μάρκ., Βουλκ. 34310)·
- β) πράξη· κατόρθωμα:
- εκ τες ανδρείες που έποικες κι εκ τα ’νεργήματά σου (Θησ. Ζ´ [307]).
[μτγν. ουσ. ενέργημα]
- α) Αποτέλεσμα ενέργειας:



