Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εμπόριος
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
εμπόριος η.
  • Οικονομική ευχέρεια:
    • ας τρέφουνται τα παιδία απέ τα αγαθά τα πατρικά, εάν έχουν οι γονείς την εμπόριον (Ελλην. νόμ. 53614 (μήπως ορθότ. ιαν;).)>

[<εμπορώ + κατάλ. ιος· πβ. όμως και ημπόρια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go