Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ελεφαντίνη η [elefandíni] Ο30 : (ιατρ.) ουσία των δοντιών που αποτελεί τον κύριο ιστό τους· οδοντίνη.
[λόγ. ελεφαντ- (ελέφαντας)β -ίνη κατά το οδοντίνη μτφρδ. γαλλ. ivoire des dents]



