Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εκφώνημα το [ekfónima] Ο49 : (γλωσσ.) τμήμα του λόγου που περιέχεται ανάμεσα σε δύο σημεία σιωπής: H μελέτη των εκφωνημάτων βρίσκεται στο επίκεντρο των σύγχρονων γλωσσολογικών ερευνών.
[λόγ. < ελνστ. ἐκφώνημα `εκβολή ήχου΄ σημδ. αγγλ. utterance]



