Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εκπόνηση η [ekpónisi] Ο33 : εκτέλεση έργου που απαιτεί πνευματική προσπάθεια και επιμελή εργασία: ~ μελέτης / διατριβής / σχεδίου / προγράμματος.
[λόγ. εκπονη- (εκπονώ) -σις > -ση]



