Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εκμηχάνιση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εκμηχάνιση η [ekmixánisi] Ο33 : η ευρεία εισαγωγή μηχανών σε μια παραγωγική διαδικασία· εκμηχανισμός: Ορθολογική ~ της γεωργικής καλλιέργειας.

[λόγ. εκμηχανι- (εκμηχανίζω < εκ- μηχαν(ή) -ίζω) -σις > -ση μτφρδ. γαλλ. mécanisation & αγγλ. mechanization]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες