Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εκκλησιολογία η [eklisiolojía] Ο25 : το μέρος της δογματικής θεολογίας που εξετάζει τα σχετικά με τη φύση, την ουσία, τις ιδιότητες, τις δομές κτλ. της εκκλησίαςI.
[λόγ. < γαλλ. ecclésiologie < ελνστ. ἐκκλησί(α) -ο- + -logie = -λογία]



