Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εκατομμυριούχος
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εκατομμυριούχος ο [ekatomiriúxos] Ο18 θηλ. εκατομμυριούχος [ekato miriúxos] Ο35 & εκατομμυριούχα [ekatomiriúxa] Ο25α : άνθρωπος πάρα πολύ πλούσιος: Προσφορές για διακοπές που απευθύνονται μόνο σε εκατομμυριούχους.

[λόγ. εκατομμύρι(ον) + -ούχος· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους· εκατομμυριούχ(ος) -α]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go