Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εικοσιοκτώ
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
εικοσιοκτώ, αριθμητ.· ’κοσιοκτώ.
  • Εικοσιοκτώ:
    • (Σκλάβ. 15).

[μτγν. αριθμητ. εικοσιοκτώ. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες