Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εικονολήπτης
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εικονολήπτης ο [ikonolíptis] Ο10 θηλ. εικονολήπτρια [ikonolíptria] Ο27 : ο ειδικός χειριστής μηχανής κινηματογράφησης ή μαγνητοσκόπησης εικόνων· καμεραμάν, οπερατέρ.

[λόγ. εικονο- + -λήπτης· λόγ. εικονολήπ(της) -τρια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go