Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: διχωστάς
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
διχωστάς, πρόθ.· δίχωστα· διχωστά· δίχωστας.
  • Δίχως, χωρίς:
    • διχωστάς την κόρη μου (Ερωφ. Β´ 334
    • (με προηγ. την πρόθ. με):
      • με διχωστάς λαβωματιά (Ερωτόκρ. Β´ 2015).

[<επίρρ. δίχως με παρέκταση (Χατζιδ., Γλωσσ. έρ. Α´ 223)· πβ. ανισωστάς, μαλλιοστάς. Η λ. και σήμ. κρητ. (Πιτυκ.)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go