Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: διδακτήριο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
διδακτήριο το [δiδaktírio] Ο40 : γενικός χαρακτηρισμός κτιρίου, όπου στεγάζεται ένα εκπαιδευτήριο.

[λόγ. διδακ- (διδάσκω) -τήριον (διαφ. το αρχ. διδακτήριον `απόδειξη΄)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go