Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: δασοπροστασία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δασοπροστασία η [δasoprostasía] Ο25 : προστασία των δασικών εκτάσεων οργανωμένη από το κράτος.

[λόγ. δάσ(ος) -ο- + προστασία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go