Combined Search
| 4 items total [1 - 4] | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γρίνια η [γrína] Ο25α : γκρίνια.
[γρινι(άζω) -α (αναδρ. σχημ.)]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γρινιάζω [γrinázo] Ρ2.1α : γκρινιάζω.
[ιταλ. (διαλεκτ.) grign(are) `δείχνω τα δόντια από οργή΄ -άζω (ιταλ. digrignare)]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γρινιάρης -α -ικο [γrináris] Ε9 : γκρινιάρης.
[γρίν(ια) -ιάρης]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γρινιάρικος -η -ο [γrinárikos] Ε5 : γκρινιάρικος.
γρινιάρικα ΕΠIΡΡ. [γρινιάρ(ης) -ικος]



