Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: γλυπτοθήκη
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γλυπτοθήκη η [γliptoθíki] Ο30 : ειδικό μουσείο ή αίθουσα μουσείου, όπου εκτίθενται έργα γλυπτικής: H Γλυπτοθήκη του Mονάχου.

[λόγ. < γαλλ. glyptothèque < ελνστ. γλυπτό(ν) + -θήκη, κατά τη λ. bibliothèque = βιβλιοθήκη]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go