Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γελοιότητα η [jeliótita] Ο28 : α. η ιδιότητα του γελοίου: H ~ της όλης υπόθεσης. β. (συνήθ. πληθ.) ενέργεια ή συμπεριφορά γελοία: Tι γελοιότητες είναι αυτές;
[λόγ. < ελνστ. γελοιότης, αιτ. -ητα]



