Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: γειτονοπούλα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γειτονοπούλα η [jitonopúla] Ο25α : νεαρή κόρη γείτονα, γειτόνισσα νεαρής ηλικίας: Παντρεύτηκε η ~ μου.

[γείτον(ας) -οπούλα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go