Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: βόρακας
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βόρακας ο [vórakas] Ο5 : (χημ.) άχρωμο στερεό κρυσταλλικό σώμα που χρησιμοποιείται ως μέσο καθαρισμού και ως αντισηπτικό· βορικό νάτριο.

[λόγ. βόρ(αξ) -ακας < γαλλ. borax (< αραβ. < περσ.) με μετακ. τόνου κατά τα άλλα “τριτόκλιτα” σε -αξ]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go