Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: βροχόνερο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βροχόνερο το [vroxónero] Ο41 : το νερό της βροχής: Tα ρούχα καθαρίζουν καλύτερα, όταν πλυθούν με ~.

[βροχο-2 + νερ(ό) -ο]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go