Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: βρεχάμενα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βρεχάμενα τα [vrexámena] Ο41 : (λαϊκότρ.) τα μέρη του πλοίου που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας· ύφαλα. ANT τα στεγνά.

[μπε. του ρ. βρέχ(ω) -άμενος, στον πληθ.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go