Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: βουλευτιλίκι
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βουλευτιλίκι το [vuleftilíki] Ο44α : (οικ.) το αξίωμα του βουλευτή: Για το ~ ενδιαφέρεται, όχι για το λαό.

[βουλευτ(ής) -ιλίκι]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go