Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: βελονοειδής -ής -ές
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βελονοειδής -ής -ές [velonoiδís] Ε10 : που έχει το σχήμα της βελόνας, που μοιάζει με βελόνα: Tα φύλλα των κωνοφόρων δέντρων είναι βελονοειδή.

[λόγ. < ελνστ. βελονοειδής]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go